Οἱ μοιραῖοι
Μὲς στὴν ὑπόγεια τὴν ταβέρνα,
μὲς σὲ καπνοὺς καὶ σὲ βρισιές, (ἀπάνου ἐστρίγγλιζε ἡ λατέρνα) ὅλη ἡ παρέα πίναμε ἐψές, ἐψές, σὰν ὅλα τὰ βραδάκια, νὰ πᾶνε κάτου τὰ φαρμάκια.
Σφιγγόταν ὁ ἕνας πλάι στὸν ἄλλο
καὶ κάπου ἐφτυοῦσε καταγῆς, ὤ! πόσο βάσανο μεγάλο τὸ βάσανο εἶναι τῆς ζωῆς! Ὅσο κι ὁ νοῦς ἂν τυραννιέται ἄσπρην ἡμέρα δὲ θυμιέται!
(Ἥλιε καὶ θάλασσα γαλάζα
καὶ βάθος τοῦ ἄσωτου οὐρανοῦ, ὤ! τῆς αὐγῆς κροκάτη γάζα γαρούφαλλα τοῦ δειλινοῦ, λάμπετε-σβήνετε μακριά μας, χωρὶς νὰ μπεῖτε στὴν καρδιά μας!)
Τοῦ ἑνοῦ ὁ πατέρας χρόνια δέκα
παράλυτος - ἴδιο στοιχειὸ τοῦ ἄλλου κοντόμερη ἡ γυναῖκα στὸ σπίτι λιώνει ἀπὸ χτικιό, στὸ Παλαμήδι ὁ γυιὸς τοῦ Μάζη κ᾿ ἡ κόρη τοῦ γιαβῆ στὸ Γκάζι.
-Φταίει τὸ ζαβὸ τὸ ριζικό μας!
-Φταίει ὁ θεὸς ποὺ μᾶς μισεῖ! -Φταίει τὸ κεφάλι τὸ κακό μας! -Φταίει πρώτ᾿ ἀπ᾿ ὅλα τὸ κρασί! «Ποιὸς φταίει; Ποιὸς φταίει;... κανένα στόμα δὲν τὅβρε καὶ δὲν τὄπε ἀκόμα.
Ἔτσι, στὴν σκοτεινὴ ταβέρνα
πίνουμε πάντα μας σκυφτοί, σὰν τὰ σκουλήκια κάθε φτέρνα ὅπου μᾶς εὕρει, μᾶς πατεῖ: δειλοί, μοιραῖοι κι ἄβουλοι ἀντάμα! προσμένουμε, ἴσως, κάποιο θάμα! |
Κυριακή 4 Μαΐου 2014
ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ-ΟΙ ΜΟΙΡΑΙΟΙ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου